Martin Wolf
Κατά την ετήσια σύνοδο της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου το σαββατοκύριακο, συναντήθηκαν φοβισμένοι και οργισμένοι άνθρωποι. Η χρηματοοικονομική κρίση που ξέσπασε τον Αύγουστο του 2007 μπήκε σε μία νέα και επικίνδυνη, από πολλές απόψεις, φάση.
Η αλληλεξάρτηση τραπεζών και αδύναμων κρατών βγαίνει στην επιφάνεια, με ενδεχόμενες καταστροφικές επιπτώσεις για την ευρωζώνη και την παγκόσμια οικονομία. Η ευρωζώνη, άλλωστε, δεν είναι ένα απομονωμένο νησί. Η κατάσταση γίνεται πιο τρομακτική επειδή τα πιο αδύναμα κράτη δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν μόνα τους, ενώ στην ευρωζώνη δεν υπάρχει κανένας επικεφαλής. Η ευρωζώνη δεν έχει τη δυναμική να αντιμετωπίσει την κρίση.
Ο βασικός κίνδυνος αποτυπώνεται στην τελευταία έκθεση για τη διεθνή χρηματοοικονομική σταθερότητα του ΔΝΤ. Η επαγρύπνηση στα καλύτερά της: σαφής, εξαναγκαστική, θαρραλέα.
Ποιο είναι, λοιπόν, το μήνυμα; Μπορεί να συνοψιστεί σε δύο προτάσεις; "Σχεδόν το ήμισυ από το κρατικό χρέος των 6,5 τρισ. ευρώ που έχουν εκδώσει κυβερνήσεις της ευρωζώνης δείχνει σημάδια αυξημένου κινδύνου" και "κατά συνέπεια, οι τράπεζες που έχουν σημαντική τοποθέτηση στο πιο ριψοκίνδυνο κρατικό χρέος αντιμετωπίζουν έντονες πιέσεις στις αγορές".
Στο πολύ δημιουργικό τους βιβλίο "This time is Different", ο Kenneth Rogoff του Harvard και η Carmen Reinhart του Peterson Institute for International Economics εξηγούν ότι οι μεγάλες χρηματοοικονομικές κρίσεις συχνά οδηγούν σε κρίσεις κρατικού χρέους.
Σε αυτό το σημείο έχει φτάσει πλέον η παγκόσμια οικονομία, όχι μόνο για τα μικρότερα κράτη-μέλη της περιφέρειας της ευρωζώνης αλλά και για την Ισπανία και την Ιταλία. Καθώς αμφισβητείται η ικανότητα των κρατών να διαχειριστούν τα χρέη τους, υπονομεύεται και η νοούμενη κατάσταση των τραπεζών άμεσα γιατί αυτές έχουν μεγάλο μέρος του κρατικού χρέους αλλά και έμμεσα γιατί ελαχιστοποιείται η αξία της κρατικής στήριξης.
Η έκθεση του ΔΝΤ αποτυπώνει τη διαδικασία: "Ο αντίκτυπος από τα υψηλά spreads κρατών-μελών της ευρωζώνης επηρεάζει το τοπικό τραπεζικό σύστημα και διαχέεται και σε οργανισμούς άλλων χωρών. Επιπλέον, υπάρχει και η έμμεση έκθεση των τραπεζών, καθώς έχουν δανείσει άλλες τράπεζες, που έχουν τοποθετήσεις σε επίφοβους κρατικούς τίτλους. Οι τράπεζες επηρεάζονται επίσης από τους κινδύνους γιατί εξανεμίζονται οι κρατικές εγγυήσεις, ενώ η αξία των κρατικών ομολόγων ως collateral μειώνεται, τα margin αυξάνονται και η πιστοληπτική αξιολόγηση των τραπεζών υποβαθμίζεται".
Καθώς, λοιπόν, ασκούνται πιέσεις στις δυνατότητες χρηματοδότησης, η πίστωση συρρικνώνεται και ο ιδιωτικός κλάδος γίνεται όλο και πιο επιφυλακτικός, γεγονός που οδηγεί σε αποδυνάμωση των οικονομιών και σε υπονόμευση της δημοσιονομικής και της χρηματοοικονομικής φερεγγυότητας.
Στη χειρότερη περίπτωση, ο κόσμος βρίσκεται ενώπιον μιας μεγάλης κρίσης. Για τον λόγο αυτό, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, κ. Tim Geithner, και η νέα γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, κ. Christine Lagarde, ασκούν έντονες πιέσεις στους αξιωματούχους της ευρωζώνης να δράσουν. Υποστηρίζουν ότι η παλαιά τακτική του πράττουμε λίγα και με καθυστέρηση έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Τι ζητούν λοιπόν; Η απάντηση είναι διττή: αξιόπιστου μεγέθους αναδιάρθρωση των κεφαλαίων των αδύναμων τραπεζικών οργανισμών και αρκετή ρευστότητα για να αποτραπεί η κατάρρευση τραπεζών και ευάλωτων οικονομιών από την κλιμάκωση του πανικού. Κυκλοφορούν διάφορες εκτιμήσεις για το ποσό που απαιτείται.
Οι Αμερικανοί, έχοντας τη δική τους εμπειρία από το 2008 και το 2009, συνιστούν πολιτική... σοκ και δέους. Δεδομένων των αναγκών χρηματοδότησης για τράπεζες και κράτη, αυτό μεταφράζεται σε κεφάλαια μεγαλύτερα του 1 τρισ. ευρώ, αν όχι πολλαπλάσια. Μόνο με το άκουσμα αυτής της εκτίμησης, ο επιφυλακτικός Γερμανός θα πρέπει να παθαίνει ίλιγγο.
Πώς μπορεί, λοιπόν, να γίνει αυτό; Ο συνάδελφός μου Peter Spiegel, υποδεικνύει έναν τρόπο στο άρθρο του "Αγώνας δρόμου της Ευρώπης προς το αδιανόητο". Κατ’ αρχάς, κατά τη διάρκεια του Οκτωβρίου, η ευρωζώνη θα πρέπει (Θεού θέλοντος) να επικυρώσει τη συμφωνία για την τροποποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας, των 440 δισ. ευρώ. Το EFSF θα πρέπει στη συνέχεια να μπορέσει να πραγματοποιήσει ενέσεις κεφαλαίων σε τράπεζες και να αγοράσει ομόλογα υπερχρεωμένων χωρών στην ανοιχτή αγορά.
Το ταμείο, όμως, προς το παρόν, είναι πολύ μικρό. Η ευρωζώνη χρειάζεται ένα μεγαλύτερο μπαζούκα. Όπως φαίνεται, υπό συζήτηση βρίσκονται πέντε διαφορετικά σχέδια. Αυτά περιλαμβάνουν μόχλευση των κεφαλαίων του EFSF με έκδοση εγγυήσεων έναντι νέων δανείων ή δανεισμό από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή με δανεισμό από τις αγορές. Εάν, όμως, το ζητούμενο είναι η άμεση δράση, ο μόνος θεσμός που μπορεί να παράσχει τα απαιτούμενα κεφάλαια είναι η κεντρική τράπεζα.
Θα είχε αποτέλεσμα αυτή η λύση; Η δική μου απάντηση σε αυτό το ερώτημα στηρίζεται σε επτά τμήματα:
• Πρώτον: Εάν η συμφωνία αφορά στο απαιτούμενο μέγεθος κεφαλαίων, τότε θα πρέπει να πάψει ο πανικός.
• Δεύτερον: Ενδεχομένως να είναι αδύνατον να επιτευχθεί τέτοια συναίνεση, ειδικότερα εάν η χρηματοδότηση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ΕΚΤ, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Ο κ. Mario Draghi, ο νέος επικεφαλής της ΕΚΤ, θα βρεθεί σε δύσκολη θέση γιατί θα εξαναγκαστεί να σώσει την πατρίδα του, την Ιταλία, εν μέσω σθεναρών γερμανικών αντιδράσεων για τις σπατάλες της κεντρικής τράπεζας.
• Τρίτον: Καθώς οι τράπεζες και τα κράτη εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη θεσμική χρηματοδότηση, μπορεί να δυσκολευτούν σημαντικά να επιστρέψουν στις αγορές.
• Τέταρτον: Ακόμη και αυτή η λύση δεν αντιμετωπίζει τη βαθύτερη ανάγκη των μη ανταγωνιστικών χωρών για σημαντική εισροή ξένων κεφαλαίων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ελάχιστα από αυτά τα κεφάλαια είναι πιθανόν να προκύψουν από τον φοβισμένο ιδιωτικό τομέα.
• Πέμπτον: Είναι πιθανόν έπειτα από μία τέτοια στήριξη οι άσωτοι να επιστρέψουν στην παλιά γνωστή τους τακτική, ανοίγοντας τον δρόμο για νέα πακέτα στήριξης.
• Έκτον: Η εσωτερική δημοσιονομική μεταφορά μπορεί να σταματήσει μόνο εάν υπάρξει προσαρμογή εντός της ευρωζώνης, όπου θα περιλαμβάνονται και οι πλεονασματικές χώρες, από τις οποίες, όμως, υπάρχουν ελάχιστες θετικές ενδείξεις. Κατά συνέπεια, η ευρωζώνη κινδυνεύει να μετατραπεί σε αθέμιτη ένωση δημοσιονομικής μεταφοράς.
• Τέλος, ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ίσως διακυβεύσει την πιστοληπτική αξιολόγηση των υγιέστερων οικονομιών της ευρωζώνης. Σε αυτό το σημείο, όμως, επισημαίνεται ότι ο κίνδυνος κατάρρευσης θα είναι εξίσου επιβαρυντικός για την πιστοληπτική τους αξιολόγηση.
Δεν υπάρχουν άλλες καλές επιλογές. Κάθε πρόταση περιλαμβάνει μεγάλα ποσοστά κινδύνου. Η εναλλακτική της χρηματοοικονομικής κατάρρευσης και της κρίσης κρατικού χρέους που θα προκληθεί παγκοσμίως είναι απείρως χειρότερη. Ας θεωρήσουμε ότι η ανάγκη για μεγάλη στήριξη είναι το τίμημα που καλούμαστε να πληρώσουμε επειδή μπήκαμε βιαστικά σε έναν άρρηκτο νομισματικό γάμο, επειδή ανεχτήκαμε την εμφάνιση μεγάλων ανισορροπιών, αποτύχαμε να πειθαρχήσουμε τις τράπεζες και στη συνέχεια χειριστήκαμε με τόση ανικανότητα την κρίση.
Η ευρωζώνη πρέπει να αποφασίσει τι θα γίνει όταν θα ενηλικιωθεί. Το κόστος μιας κατάρρευσης είναι ανυπολόγιστο. Τα κράτη-μέλη πρέπει να αποτρέψουν αυτό το ενδεχόμενο. Δεν έχουν άλλη λογική εναλλακτική.
ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
Αναδημοσίευση από: http://www.euro2day.gr/ ( εδώ ... )
Κατά την ετήσια σύνοδο της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου το σαββατοκύριακο, συναντήθηκαν φοβισμένοι και οργισμένοι άνθρωποι. Η χρηματοοικονομική κρίση που ξέσπασε τον Αύγουστο του 2007 μπήκε σε μία νέα και επικίνδυνη, από πολλές απόψεις, φάση.
Η αλληλεξάρτηση τραπεζών και αδύναμων κρατών βγαίνει στην επιφάνεια, με ενδεχόμενες καταστροφικές επιπτώσεις για την ευρωζώνη και την παγκόσμια οικονομία. Η ευρωζώνη, άλλωστε, δεν είναι ένα απομονωμένο νησί. Η κατάσταση γίνεται πιο τρομακτική επειδή τα πιο αδύναμα κράτη δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν μόνα τους, ενώ στην ευρωζώνη δεν υπάρχει κανένας επικεφαλής. Η ευρωζώνη δεν έχει τη δυναμική να αντιμετωπίσει την κρίση.
Ο βασικός κίνδυνος αποτυπώνεται στην τελευταία έκθεση για τη διεθνή χρηματοοικονομική σταθερότητα του ΔΝΤ. Η επαγρύπνηση στα καλύτερά της: σαφής, εξαναγκαστική, θαρραλέα.
Ποιο είναι, λοιπόν, το μήνυμα; Μπορεί να συνοψιστεί σε δύο προτάσεις; "Σχεδόν το ήμισυ από το κρατικό χρέος των 6,5 τρισ. ευρώ που έχουν εκδώσει κυβερνήσεις της ευρωζώνης δείχνει σημάδια αυξημένου κινδύνου" και "κατά συνέπεια, οι τράπεζες που έχουν σημαντική τοποθέτηση στο πιο ριψοκίνδυνο κρατικό χρέος αντιμετωπίζουν έντονες πιέσεις στις αγορές".
Στο πολύ δημιουργικό τους βιβλίο "This time is Different", ο Kenneth Rogoff του Harvard και η Carmen Reinhart του Peterson Institute for International Economics εξηγούν ότι οι μεγάλες χρηματοοικονομικές κρίσεις συχνά οδηγούν σε κρίσεις κρατικού χρέους.
Σε αυτό το σημείο έχει φτάσει πλέον η παγκόσμια οικονομία, όχι μόνο για τα μικρότερα κράτη-μέλη της περιφέρειας της ευρωζώνης αλλά και για την Ισπανία και την Ιταλία. Καθώς αμφισβητείται η ικανότητα των κρατών να διαχειριστούν τα χρέη τους, υπονομεύεται και η νοούμενη κατάσταση των τραπεζών άμεσα γιατί αυτές έχουν μεγάλο μέρος του κρατικού χρέους αλλά και έμμεσα γιατί ελαχιστοποιείται η αξία της κρατικής στήριξης.
Η έκθεση του ΔΝΤ αποτυπώνει τη διαδικασία: "Ο αντίκτυπος από τα υψηλά spreads κρατών-μελών της ευρωζώνης επηρεάζει το τοπικό τραπεζικό σύστημα και διαχέεται και σε οργανισμούς άλλων χωρών. Επιπλέον, υπάρχει και η έμμεση έκθεση των τραπεζών, καθώς έχουν δανείσει άλλες τράπεζες, που έχουν τοποθετήσεις σε επίφοβους κρατικούς τίτλους. Οι τράπεζες επηρεάζονται επίσης από τους κινδύνους γιατί εξανεμίζονται οι κρατικές εγγυήσεις, ενώ η αξία των κρατικών ομολόγων ως collateral μειώνεται, τα margin αυξάνονται και η πιστοληπτική αξιολόγηση των τραπεζών υποβαθμίζεται".
Καθώς, λοιπόν, ασκούνται πιέσεις στις δυνατότητες χρηματοδότησης, η πίστωση συρρικνώνεται και ο ιδιωτικός κλάδος γίνεται όλο και πιο επιφυλακτικός, γεγονός που οδηγεί σε αποδυνάμωση των οικονομιών και σε υπονόμευση της δημοσιονομικής και της χρηματοοικονομικής φερεγγυότητας.
Στη χειρότερη περίπτωση, ο κόσμος βρίσκεται ενώπιον μιας μεγάλης κρίσης. Για τον λόγο αυτό, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, κ. Tim Geithner, και η νέα γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, κ. Christine Lagarde, ασκούν έντονες πιέσεις στους αξιωματούχους της ευρωζώνης να δράσουν. Υποστηρίζουν ότι η παλαιά τακτική του πράττουμε λίγα και με καθυστέρηση έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Τι ζητούν λοιπόν; Η απάντηση είναι διττή: αξιόπιστου μεγέθους αναδιάρθρωση των κεφαλαίων των αδύναμων τραπεζικών οργανισμών και αρκετή ρευστότητα για να αποτραπεί η κατάρρευση τραπεζών και ευάλωτων οικονομιών από την κλιμάκωση του πανικού. Κυκλοφορούν διάφορες εκτιμήσεις για το ποσό που απαιτείται.
Οι Αμερικανοί, έχοντας τη δική τους εμπειρία από το 2008 και το 2009, συνιστούν πολιτική... σοκ και δέους. Δεδομένων των αναγκών χρηματοδότησης για τράπεζες και κράτη, αυτό μεταφράζεται σε κεφάλαια μεγαλύτερα του 1 τρισ. ευρώ, αν όχι πολλαπλάσια. Μόνο με το άκουσμα αυτής της εκτίμησης, ο επιφυλακτικός Γερμανός θα πρέπει να παθαίνει ίλιγγο.
Πώς μπορεί, λοιπόν, να γίνει αυτό; Ο συνάδελφός μου Peter Spiegel, υποδεικνύει έναν τρόπο στο άρθρο του "Αγώνας δρόμου της Ευρώπης προς το αδιανόητο". Κατ’ αρχάς, κατά τη διάρκεια του Οκτωβρίου, η ευρωζώνη θα πρέπει (Θεού θέλοντος) να επικυρώσει τη συμφωνία για την τροποποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας, των 440 δισ. ευρώ. Το EFSF θα πρέπει στη συνέχεια να μπορέσει να πραγματοποιήσει ενέσεις κεφαλαίων σε τράπεζες και να αγοράσει ομόλογα υπερχρεωμένων χωρών στην ανοιχτή αγορά.
Το ταμείο, όμως, προς το παρόν, είναι πολύ μικρό. Η ευρωζώνη χρειάζεται ένα μεγαλύτερο μπαζούκα. Όπως φαίνεται, υπό συζήτηση βρίσκονται πέντε διαφορετικά σχέδια. Αυτά περιλαμβάνουν μόχλευση των κεφαλαίων του EFSF με έκδοση εγγυήσεων έναντι νέων δανείων ή δανεισμό από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή με δανεισμό από τις αγορές. Εάν, όμως, το ζητούμενο είναι η άμεση δράση, ο μόνος θεσμός που μπορεί να παράσχει τα απαιτούμενα κεφάλαια είναι η κεντρική τράπεζα.
Θα είχε αποτέλεσμα αυτή η λύση; Η δική μου απάντηση σε αυτό το ερώτημα στηρίζεται σε επτά τμήματα:
• Πρώτον: Εάν η συμφωνία αφορά στο απαιτούμενο μέγεθος κεφαλαίων, τότε θα πρέπει να πάψει ο πανικός.
• Δεύτερον: Ενδεχομένως να είναι αδύνατον να επιτευχθεί τέτοια συναίνεση, ειδικότερα εάν η χρηματοδότηση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ΕΚΤ, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Ο κ. Mario Draghi, ο νέος επικεφαλής της ΕΚΤ, θα βρεθεί σε δύσκολη θέση γιατί θα εξαναγκαστεί να σώσει την πατρίδα του, την Ιταλία, εν μέσω σθεναρών γερμανικών αντιδράσεων για τις σπατάλες της κεντρικής τράπεζας.
• Τρίτον: Καθώς οι τράπεζες και τα κράτη εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη θεσμική χρηματοδότηση, μπορεί να δυσκολευτούν σημαντικά να επιστρέψουν στις αγορές.
• Τέταρτον: Ακόμη και αυτή η λύση δεν αντιμετωπίζει τη βαθύτερη ανάγκη των μη ανταγωνιστικών χωρών για σημαντική εισροή ξένων κεφαλαίων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ελάχιστα από αυτά τα κεφάλαια είναι πιθανόν να προκύψουν από τον φοβισμένο ιδιωτικό τομέα.
• Πέμπτον: Είναι πιθανόν έπειτα από μία τέτοια στήριξη οι άσωτοι να επιστρέψουν στην παλιά γνωστή τους τακτική, ανοίγοντας τον δρόμο για νέα πακέτα στήριξης.
• Έκτον: Η εσωτερική δημοσιονομική μεταφορά μπορεί να σταματήσει μόνο εάν υπάρξει προσαρμογή εντός της ευρωζώνης, όπου θα περιλαμβάνονται και οι πλεονασματικές χώρες, από τις οποίες, όμως, υπάρχουν ελάχιστες θετικές ενδείξεις. Κατά συνέπεια, η ευρωζώνη κινδυνεύει να μετατραπεί σε αθέμιτη ένωση δημοσιονομικής μεταφοράς.
• Τέλος, ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ίσως διακυβεύσει την πιστοληπτική αξιολόγηση των υγιέστερων οικονομιών της ευρωζώνης. Σε αυτό το σημείο, όμως, επισημαίνεται ότι ο κίνδυνος κατάρρευσης θα είναι εξίσου επιβαρυντικός για την πιστοληπτική τους αξιολόγηση.
Δεν υπάρχουν άλλες καλές επιλογές. Κάθε πρόταση περιλαμβάνει μεγάλα ποσοστά κινδύνου. Η εναλλακτική της χρηματοοικονομικής κατάρρευσης και της κρίσης κρατικού χρέους που θα προκληθεί παγκοσμίως είναι απείρως χειρότερη. Ας θεωρήσουμε ότι η ανάγκη για μεγάλη στήριξη είναι το τίμημα που καλούμαστε να πληρώσουμε επειδή μπήκαμε βιαστικά σε έναν άρρηκτο νομισματικό γάμο, επειδή ανεχτήκαμε την εμφάνιση μεγάλων ανισορροπιών, αποτύχαμε να πειθαρχήσουμε τις τράπεζες και στη συνέχεια χειριστήκαμε με τόση ανικανότητα την κρίση.
Η ευρωζώνη πρέπει να αποφασίσει τι θα γίνει όταν θα ενηλικιωθεί. Το κόστος μιας κατάρρευσης είναι ανυπολόγιστο. Τα κράτη-μέλη πρέπει να αποτρέψουν αυτό το ενδεχόμενο. Δεν έχουν άλλη λογική εναλλακτική.
ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
Αναδημοσίευση από: http://www.euro2day.gr/ ( εδώ ... )