Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
«Σε μεταβατικό στάδιο βρίσκεται η Ευρωπαϊκή Ένωση και τον επόμενο χρόνο, ανάλογα με τις εξελίξεις, θα δούμε που οδεύουμε», δήλωσε ο Tomas Mayer, επικεφαλής οικονομολόγος της Deutsche Bank, κατά την ομιλία του στο συνέδριο του Economist που πραγματοποιείται σήμερα στην Αθήνα.
Η νομισματική ένωση της Ευρώπης κατόρθωσε να λειτουργήσει ομαλά για μία δεκαετία, λόγω της εύκολης πρόσβασης στις πιστώσεις με χαμηλά επιτόκια, είπε, όταν όμως έσκασε η πιστωτική «φούσκα», οι ανισορροπίες της Ένωσης έγιναν διακριτές, πρόσθεσε ο Γερμανός οικονομολόγος για να τονίσει ότι η εύκολη χρηματοδότηση από την αγορά έχει αντικατασταθεί από την εύκολη χρηματοδότηση από τις Κεντρικές Τράπεζα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι χώρες με πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών χρηματοδοτούν σήμερα τις ελλειμματικές χώρες, με το συνολικό ποσό να εκτιμάται κοντά στα 700 δισ. ευρώ.
«Το μοντέλο αυτό δεν μπορεί να είναι βιώσιμο, καθώς οι χώρες με πλεονάσματα θα βρεθούν αντιμέτωπες με πληθωρισμό» συμπλήρωσε ο Γερμανός οικονομολόγος. Προσθέτοντας ότι αν η Ελλάδα «επιλέξει» κάποια στιγμή να βγει από την Ευρωζώνη, οι εταίροι θα τη βοηθήσουν. Αν η Ιταλία βρεθεί στην ίδια θέση, σε περίπου έναν χρόνο από σήμερα, τότε δύσκολα θα παραμείνει η Ευρωζώνη με τη μορφή που ξέρουμε.
Από την πλευρά του ο John Peet, Europe Editor του Economist, τόνισε κατά την έναρξη του συνεδρίου ότι η μεγαλύτερη ανησυχία στην Ευρώπη δεν είναι η κρίση κρατικού χρέους, αλλά η έλλειψη ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας. «Μοιάζει με δημοσιονομική κρίση, αλλά δεν είναι, γιατί η δημοσιονομική θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι πολύ καλύτερη από των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας» είπε. «Και αυτή η κρίση (ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας) χρειάζεται πολύ περισσότερο χρόνο για να εξομαλυνθεί», είπε.
Εξέφρασε δε την πεποίθησή του ότι η ΕΚΤ θα παρέμβει στην αγορά όταν αυτό κριθεί απαραίτητο και έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο γεγονός ότι ήδη σε δύο χώρες της Ευρωζώνης (Ελλάδα – Ιταλία) υπάρχουν τεχνοκράτες πρωθυπουργοί. «Αυτό από μόνο του δεν είναι αντιδημοκρατικό, αλλά εγείρει ερωτήματα αναφορικά με το κατά πόσο οι πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται από το εσωτερικό ή επηρεάζονται από το εξωτερικό», σημείωσε.
«Οι Ευρωπαίοι έχουν καταλάβει ότι δεν μπορούν να αφήσουν την Ελλάδα να καταρρεύσει. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει πριν από 18 μήνες, όχι όμως τώρα. Η απόφαση της 9ης Δεκεμβρίου είναι ‘θέλουμε την Ελλάδα στην Ευρωζώνη’ ενώ η νέα κυβέρνηση έχει αλλάξει το κλίμα στις Βρυξέλλες. Ωστόσο η πορεία προς την ανάκαμψη θα είναι οδυνηρή για την Ελλάδα», τόνισε ο ίδιος.
Αναφορικά με τη στάση του Βρετανού Πρωθυπουργού και τη μη υπογραφή της Συνθήκης, ο αρχισυντάκτης του Economist τόνισε πως «είναι εύλογο για τη Βρετανία, που έχει σημαντικό συμφέρον από τον χρηματοοικονομικό κλάδο, να μην συμφωνήσει σε κάτι που θίγει τα συμφέροντά της».
Η νομισματική ένωση της Ευρώπης κατόρθωσε να λειτουργήσει ομαλά για μία δεκαετία, λόγω της εύκολης πρόσβασης στις πιστώσεις με χαμηλά επιτόκια, είπε, όταν όμως έσκασε η πιστωτική «φούσκα», οι ανισορροπίες της Ένωσης έγιναν διακριτές, πρόσθεσε ο Γερμανός οικονομολόγος για να τονίσει ότι η εύκολη χρηματοδότηση από την αγορά έχει αντικατασταθεί από την εύκολη χρηματοδότηση από τις Κεντρικές Τράπεζα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι χώρες με πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών χρηματοδοτούν σήμερα τις ελλειμματικές χώρες, με το συνολικό ποσό να εκτιμάται κοντά στα 700 δισ. ευρώ.
«Το μοντέλο αυτό δεν μπορεί να είναι βιώσιμο, καθώς οι χώρες με πλεονάσματα θα βρεθούν αντιμέτωπες με πληθωρισμό» συμπλήρωσε ο Γερμανός οικονομολόγος. Προσθέτοντας ότι αν η Ελλάδα «επιλέξει» κάποια στιγμή να βγει από την Ευρωζώνη, οι εταίροι θα τη βοηθήσουν. Αν η Ιταλία βρεθεί στην ίδια θέση, σε περίπου έναν χρόνο από σήμερα, τότε δύσκολα θα παραμείνει η Ευρωζώνη με τη μορφή που ξέρουμε.
Από την πλευρά του ο John Peet, Europe Editor του Economist, τόνισε κατά την έναρξη του συνεδρίου ότι η μεγαλύτερη ανησυχία στην Ευρώπη δεν είναι η κρίση κρατικού χρέους, αλλά η έλλειψη ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας. «Μοιάζει με δημοσιονομική κρίση, αλλά δεν είναι, γιατί η δημοσιονομική θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι πολύ καλύτερη από των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας» είπε. «Και αυτή η κρίση (ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας) χρειάζεται πολύ περισσότερο χρόνο για να εξομαλυνθεί», είπε.
Εξέφρασε δε την πεποίθησή του ότι η ΕΚΤ θα παρέμβει στην αγορά όταν αυτό κριθεί απαραίτητο και έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο γεγονός ότι ήδη σε δύο χώρες της Ευρωζώνης (Ελλάδα – Ιταλία) υπάρχουν τεχνοκράτες πρωθυπουργοί. «Αυτό από μόνο του δεν είναι αντιδημοκρατικό, αλλά εγείρει ερωτήματα αναφορικά με το κατά πόσο οι πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται από το εσωτερικό ή επηρεάζονται από το εξωτερικό», σημείωσε.
«Οι Ευρωπαίοι έχουν καταλάβει ότι δεν μπορούν να αφήσουν την Ελλάδα να καταρρεύσει. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει πριν από 18 μήνες, όχι όμως τώρα. Η απόφαση της 9ης Δεκεμβρίου είναι ‘θέλουμε την Ελλάδα στην Ευρωζώνη’ ενώ η νέα κυβέρνηση έχει αλλάξει το κλίμα στις Βρυξέλλες. Ωστόσο η πορεία προς την ανάκαμψη θα είναι οδυνηρή για την Ελλάδα», τόνισε ο ίδιος.
Αναφορικά με τη στάση του Βρετανού Πρωθυπουργού και τη μη υπογραφή της Συνθήκης, ο αρχισυντάκτης του Economist τόνισε πως «είναι εύλογο για τη Βρετανία, που έχει σημαντικό συμφέρον από τον χρηματοοικονομικό κλάδο, να μην συμφωνήσει σε κάτι που θίγει τα συμφέροντά της».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου