"Δεν υπάρχει παράδειγμα ανάδειξης μίας πολιτικής δύναμης χωρίς την ταυτόχρονη δημιουργία του κατάλληλου χρηματοοικονομικού εργαλείου για το κρατικό χρέος"
Τα ευρωομόλογα αποτελούσαν πάντα τη σωστή επιλογή, ενώ κάθε επιτυχημένο κράτος στην ιστορία έχει χρειαστεί να δημιουργήσει ένα σωστό χρηματοοικονομικό εργαλείο κρατικού χρέους. Αυτό υποστηρίζει σε άρθρο του ο Christophe Chamley, διευθυντής σπουδών του Paris School of Economics και καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε στον διαδικτυακό τόπο voxeu.org.
Σε τέσσερις τουλάχιστον διαστάσεις... κινείται η συνεχιζόμενη κρίση της Ευρωζώνης, σύμφωνα με τον Chamley. Μεγάλες διαφορές στο κόστος εργασίας μεταξύ των χωρών-μελών, διστακτικότητα στο να γίνει αποδεκτή μία κοινή δημοσιονομική πολιτική, υψηλά επίπεδα χρέους ορισμένων κρατών και υψηλά επιτόκια σε ορισμένα κρατικά ομόλογα που μπορούν να οδηγήσουν σε χρεοκοπία.
Τα ευρωομόλογα έχουν προταθεί ως ένα εργαλείο για την αντιμετώπιση των υπερβολικά υψηλών επιτοκίων στα κρατικά ομόλογα. Παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη συζήτηση αιωρείται εδώ και δύο χρόνια, στα οποία η κρίση επιδεινώθηκε, δεν έχει σημειωθεί καμία πρόοδος, ίσως γιατί η ιδέα μοιάζει υπερβολικά νέα και εξαιτίας της ασάφειας των πολιτικών αποφάσεων, σημειώνει ο Chamley. Ωστόσο η δημιουργία ενός νέου εργαλείου κρατικού χρέους δεν αποτελεί καινούριο πρόβλημα στην ιστορία και η εμπειρία έχει να προσφέρει αρκετά... μαθήματα.
Δεν υπάρχει παράδειγμα ανάδειξης μίας πολιτικής δύναμης χωρίς την ταυτόχρονη δημιουργία του κατάλληλου χρηματοοικονομικού εργαλείου για το κρατικό χρέος, υπογραμμίζει ο Chamley. Η δημιουργία ενός νέου χρηματοοικονομικού εργαλείου βασίζεται μόνο σε ένα στοιχείο, την αξιοπιστία της. Σε καθεμία από τις προηγούμενες περιπτώσεις, η αξιοπιστία στηριζόταν σε μία κεντρική αρχή: την “ευθυγράμμιση” μεταξύ των ομολογιούχων από τη μία και των φορολογικών εσόδων που χρησιμοποιούνται για την εξυπηρέτηση του χρέους και της χρηματοδότησης του νέου χρέους από την άλλη. Με άλλα λόγια, ειδικοί φόροι επιβλήθηκαν, των οποίων πρώτη προτεραιότητα ήταν η εξυπηρέτηση του χρέους.
Σε τέσσερις τουλάχιστον διαστάσεις... κινείται η συνεχιζόμενη κρίση της Ευρωζώνης, σύμφωνα με τον Chamley. Μεγάλες διαφορές στο κόστος εργασίας μεταξύ των χωρών-μελών, διστακτικότητα στο να γίνει αποδεκτή μία κοινή δημοσιονομική πολιτική, υψηλά επίπεδα χρέους ορισμένων κρατών και υψηλά επιτόκια σε ορισμένα κρατικά ομόλογα που μπορούν να οδηγήσουν σε χρεοκοπία.
Τα ευρωομόλογα έχουν προταθεί ως ένα εργαλείο για την αντιμετώπιση των υπερβολικά υψηλών επιτοκίων στα κρατικά ομόλογα. Παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη συζήτηση αιωρείται εδώ και δύο χρόνια, στα οποία η κρίση επιδεινώθηκε, δεν έχει σημειωθεί καμία πρόοδος, ίσως γιατί η ιδέα μοιάζει υπερβολικά νέα και εξαιτίας της ασάφειας των πολιτικών αποφάσεων, σημειώνει ο Chamley. Ωστόσο η δημιουργία ενός νέου εργαλείου κρατικού χρέους δεν αποτελεί καινούριο πρόβλημα στην ιστορία και η εμπειρία έχει να προσφέρει αρκετά... μαθήματα.
Δεν υπάρχει παράδειγμα ανάδειξης μίας πολιτικής δύναμης χωρίς την ταυτόχρονη δημιουργία του κατάλληλου χρηματοοικονομικού εργαλείου για το κρατικό χρέος, υπογραμμίζει ο Chamley. Η δημιουργία ενός νέου χρηματοοικονομικού εργαλείου βασίζεται μόνο σε ένα στοιχείο, την αξιοπιστία της. Σε καθεμία από τις προηγούμενες περιπτώσεις, η αξιοπιστία στηριζόταν σε μία κεντρική αρχή: την “ευθυγράμμιση” μεταξύ των ομολογιούχων από τη μία και των φορολογικών εσόδων που χρησιμοποιούνται για την εξυπηρέτηση του χρέους και της χρηματοδότησης του νέου χρέους από την άλλη. Με άλλα λόγια, ειδικοί φόροι επιβλήθηκαν, των οποίων πρώτη προτεραιότητα ήταν η εξυπηρέτηση του χρέους.
“Η αρχή αυτή εφαρμόστηκε σε πόλεις-κράτη της Ιταλίας κατά το Μεσαίωνα, τον 16ο αιώνα στην Καστίλλη του Φιλίππου του Β΄, στην ολλανδική δημοκρατία στα τέλη του 16ου και του 17ου αιώνα, στην Αγγλία μετά την Ένδοξη Επανάσταση και κατά την ίδρυση των Ηνωμένων Πολιτειών.
Τον 18ο αιώνα στη Γαλλία, η περιορισμένη χρήση αυτού του μηχανισμού επιβολής ίσως συνέβαλε στο δημοσιονομικό πρόβλημα του Ancien Regime που οδήγησε στη Γαλλική Επανάσταση. Όλες αυτές οι χώρες έπρεπε να προχωρήσουν εκ νέου στη δημιουργία ενός νέου χρηματοοικονομικού εργαλείου για το δημόσιο χρέος. Την ίδια πρόκληση αντιμετωπίζουν σήμερα οι ευρωπαϊκές χώρες.
Η ευθυγράμμιση μεταξύ ομολογιούχων και ελεγκτών φορολογικών εσόδων εξηγεί το γιατί το δημόσιο χρέος έκανε την εμφάνισή του στις ιταλικές πόλεις τον 13ο αιώνα (Φλωρεντία, Γένοβα, Μιλάνο και Βενετία), όπου η ολιγαρχία είχε δημοτικά ομόλογα και έλεγχε την επιβολή φόρων που εξυπηρετούσαν τα ομόλογα.
Το 1262, η γερουσία στη Βενετία δημιούργησε το “ligatio pecuniae” που πλήρωνε 5% και η χρηματοδότησή του γινόταν μέσω ειδικών φόρων επί των πωλήσεων. Η πληρωμή του επιτοκίου είχε τον πρώτο λόγο στα έσοδα των εν λόγω φόρων, πριν από τις όποιες “έκτακτες” δαπάνες.
Μέρος του πλεονάσματος των εσόδων πήγαιναν σε ένα “Εξοφλητικό Ταμείο” για την απόσβεση του χρέους. Πράγματι, η Τζένοα πέρασε μία μεταβατική περίοδο τον 14ο αιώνα που θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο για τα ευρωομόλογα”, εξηγεί ο Chamley.
Πλέον οι χρηματαγορές είναι πολύ πιο πολύπλοκες. Η σημερινή πολυπλοκότητα δεν μπορεί να συγκριθεί με το παρελθόν. Αυτό όμως που δεν έχει αλλάξει είναι η σημαντικότητα της αξιοπιστίας του χρέους. Σε αυτό το πλαίσιο, οι Ευρωπαίοι ηγέτες κάτι μπορούν να μάθουν από τις κινήσεις των προγόνων τους, των περασμένων αιώνων.
Όπως υποστηρίζει ο Chamley, τα ευρωομόλογα θα μπορούσαν να δημιουργηθούν μέσω ενός ιδρύματος ειδικού σκοπού, το Ευρωταμείο. Εξαιτίας των πολλών διαφορετικών κυβερνήσεων, το ταμείο θα είχε ορισμένες πτυχές χρηματοοικονομικής διαμεσολάβησης, δεν θα ήταν όμως τράπεζα.
Θα ήταν ένας ανεξάρτητος φορέας, με ελάχιστο πολιτικό ρόλο. Στην παρούσα κατάσταση των κρατικών χρεών, η πρώτη πρωτοβουλία θα ήταν η αγορά του 50% των κρατικών ομολόγων των χωρών που συμμετέχουν. Θα χρηματοδοτούσε τις αγορές αυτές μέσω της έκδοσης ευρωομολόγων.
Οι χώρες που θα συμμετέχουν θα δεσμεύονται, βάσει συνθήκης, να αφιερώσουν συγκεκριμένους φόρους για τις πληρωμές του Ευρωταμείου. Οι φόρος αυτός θα είχε προβάδισμα στην εκμετάλλευση των εσόδων της χώρας, όπως το 1262 στη Βενετία.
Κάθε χώρα θα έχει ξεχωριστό ισοζύγιο για το Ευρωταμείο. Ενδεχόμενο πλεόνασμα ή έλλειμμα των φορολογικών εσόδων θα συνεπάγεται αλλαγή του χρέους της χώρας στο Ευρωταμείο. Η υποχρέωση της κάθε χώρας προς το Ευρωταμείο θα είναι να διατηρεί το χρέος της στο 60% του ΑΕΠ. Αν το κρατικό χρέος μίας χώρας ξεπερνά το επίπεδο αυτό θα εξυπηρετείται όπως όλα τα κρατικά χρέη. Επίσης κάθε χώρα θα μπορεί να διατηρεί ένα περιθώριο ασφαλείας κάτω από το ανώτατο σημείο για έκτακτη αναχρηματοδότηση του υπόλοιπου κρατικού χρέους και για να μπορεί να αποτρέψει κερδοσκοπικές επιθέσεις.
Ο τρόπος χρηματοδότησης θα διασφάλιζε την αξιοπιστία των ευρωομολόγων, υποστηρίζει ο Chamley, συμπληρώνοντας ότι θα ικανοιποιούσε τις πολιτικές ή συνταγματικές ανησυχίες όσον αφορά τις μεταφορές μεταξύ χωρών-μελών. Την ίδια ώρα, θα αντιπροσώπευε ένα πραγματικό ευρωπαϊκό Project.
Ο ειδικός φόρος, συνεχίζει ο Chamley, θα έκανε κάθε πολίτη πιο ευσυνείδητο αναφορικά με τις επιπτώσεις του δημοσίου χρέους και τη συμμετοχή στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Επίσης, τα χρηματοπιστωτικά θα είχαν στα χαρτοφυλάκιά τους έναν ασφαλή τίτλο μίας μεγάλης αγοράς.
Στην παρούσα φάση οι κερδοσκοπικές επιθέσεις στα ομόλογα έχουν αποτέλεσμα γιατί επιλέγουν στόχους σε κατακερματισμένες αγορές, σύμφωνα με τον Chamley, ο οποίος τονίζει ότι τα επιτόκια στην Ιταλία είναι υψηλά γιατί η Ιταλία θα χρεοκοπήσει αν παραμείνουν υψηλά. Αυξάνονται στην Ισπανία, τη Γαλλία, ή ακόμη και τη Γερμανία γιατί ενδεχόμενη χρεοκοπία της Ιταλίας θα είχε σημαντικό αντίκτυπο στις τράπεζες των χωρών αυτών.
Σύμφωνα με τον ίδιο, τα ευρωομόλογα ίσως δεν κατόρθωναν να σταματήσουν πλήρως τη μετάδοση, θα μείωναν ωστόσο σε μεγάλο βαθμό την πιθανότητα.
Σήμερα, οι τράπεζες διατηρούν στα χαρτοφυλάκιά τους ομόλογα του κράτους τους, ή τα χρησιμοποιούν ως “ασταθή” ενέχυρα για να δανειστούν ευρώ. Συνεπώς, είναι πολύ πιο ευάλωτες στα δημόσια οικονομικά της χώρας τους αλλά και το κράτος είναι πιο ευάλωτο εξαιτίας της ανάγκης να διασώσει τις τράπεζες στην περίπτωση που χρειαστεί. Με τα ευρωομόλογα, τονίζει ο Chamley, οι τράπεζες θα επηρεάζονταν πολύ λιγότερο από την αστάθεια των δημόσιων οικονομικών.
Οι περισσότερες χώρες στην Ευρώπη έχουν κρατικό χρέος υψηλότερο από το 60% του ΑΕΠ, συνεπώς ένα μέρος του χρέους θα βασιζόταν στην τιμολόγηση της αγοράς. Το επιτόκιο αυτώ των ομολόγων θα ήταν προφανώς υψηλότερο από του ευρωομολόγου και θα είχε άμεση εξάρτηση με την προσήλωση της χώρας στη δημοσιονομική σταθερότητα. Όμως, επειδή τα επιτόκια αυτά θα αφορούσαν μικρότερο όγκο του κρατικού χρέους, οποιαδήποτε αύξηση του δημοσιονομικού πλεονάσματος θα είχε μεγαλύτερο συγκριτικά αντίκτυπο στην εξυπηρέτηση του χρέους και επομένως στο επιτόκιο, με αποτέλεσμα να ενισχυόταν η διάθεση των κυβερνήσεων για δημοσιονομική σταθερότητα.
Ακόμη και στην περίπτωση κρατικής χρεοκοπίας, καταλήγει ο Chamley, οι παρενέργειες θα ήταν λιγότερες καθώς θα επηρέαζαν μικρότερο μέρος του κρατικού χρέους.
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου