Ας µεταφερθούµε στο 1977, όταν οι Βρετανοί Buggles έγραψαν εκείνη την κλασική επιτυχία της εποχής, το «Video Killed the Radio Star», ένα ντίσκο τραγούδι µέσα από τους στίχους του οποίου νοσταλγούσαν το παρελθόν και σχολίαζαν πώς οι νέες τεχνολογίες αλλάζουν τη ζωή µας. Η νέα τεχνολογία, τότε, ήταν το βίντεο, το οποίο είχε κάνει µόλις τα πρώτα του βήµατα στην αγορά.
Στα σχεδόν σαράντα χρόνια που ακολούθησαν, το βίντεο µπήκε µε ορµή στα σπίτια µας και επηρέασε σε µεγάλο βαθµό την κουλτούρα του δυτικού κόσµου για τουλάχιστον δύο δεκαετίες, πριν περάσει στη φάση της παρακµής και αντικατασταθεί, τελικά, από πιο εξελιγµένες τεχνολογίες. Η είδηση, πριν από λίγες µέρες, ότι η Funai Electric αποφάσισε να τερµατίσει την παραγωγή συσκευών βίντεο µάς ξάφνιασε: υπήρχε ακόµα κάποια εταιρεία που κατασκεύαζε βίντεο; Ναι, υπήρχε µία, η συγκεκριµένη, και η απόφασή της σηµατοδοτεί και επίσηµα το τέλος µιας εποχής. Οχι µόνο της εποχής του βίντεο, η οποία επί της ουσίας είχε ολοκληρωθεί εδώ και χρόνια, αλλά µιας ολόκληρης εποχής, γεµάτης συσκευές και συνήθειες που πλέον αφήνουµε πίσω µας, κολυµπώντας στα βαθιά της ψηφιακής κυριαρχίας.
Σύµφωνα µε τα στοιχεία που έδωσε η Founai Electric, την περασµένη σεζόν πούλησε 750.000 βίντεο, ένας αριθµός που ίσως µοιάζει µεγάλος, αλλά είναι σίγουρα µικρός µπροστά στις 15 εκατ. συσκευές που πουλούσε µόνο η συγκεκριµένη εταιρεία όταν το βίντεο ζούσε την ακµή του. Ως πατέντα, το βίντεο εµφανίστηκε τη δεκαετία του ’50 και σταδιακά άρχισε να χρησιµοποιείται σε τηλεοπτικούς σταθµούς, αλλά έπρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια µέχρι η τεχνολογία τους να εξελιχθεί, να γίνουν οικονοµικά προσιτά και να κερδίσουν µια θέση στα σπίτια µας κάτω από τις τηλεοράσεις. Αυτό συνέβη, µαζικά, τη δεκαετία του '80 και επρόκειτο, όπως αποδείχτηκε, για µια επανάσταση. Ο κόσµος µπορούσε πλέον να καταγράφει σε κασέτες τη ροή του τηλεοπτικού προγράµµατος, αποθήκευε ταινίες, εκποµπές ή αθλητικά γεγονότα και τα παρακολουθούσε όποτε επιθυµούσε, απολαµβάνοντας τις πρωτόγνωρες δυνατότητες του pause, του fast forward και του rewind. Την ίδια περίοδο άνοιξαν και τα πρώτα βίντεο κλαµπ, τα οποία καλλιέργησαν µια νέα κουλτούρα. Η επίσκεψη στο κατάστηµα της γειτονιάς καθιερώθηκε ως ένας αγαπηµένος τρόπος διασκέδασης παγκοσµίως και όσοι µεγάλωσαν εκείνα τα χρόνια µπορούν ακόµα να ακούσουν τον ήχο από τις πλαστικές θήκες να χτυπούν µεταξύ τους.
Εν τω µεταξύ, όσο ο κόσµος απολάµβανε αυτό το καινούργιο τεχνολογικό «δώρο», δύο µεγάλες εταιρείες, η Sony και η JVC, εµπλέκονταν σε ό,τι θα έµενε αργότερα γνωστό ως «ο πόλεµος της βιντεοκασέτας». Οι δύο ιαπωνικές εταιρείες πρότειναν δύο διαφορετικά φορµάτ προσπαθώντας να κατακτήσουν την αγορά: η Sony προσέφερε αναµφίβολα υψηλότερη ποιότητα, αλλά η JVC απάντησε µε µεγαλύτερη διάρκεια εγγραφής και χαµηλότερο κόστος. Ηταν µια κόντρα ανάµεσα στη βιντεοκασέτα Betamax (ή απλώς Beta) και τη VHS. Το αποτέλεσµα αυτής της µονοµαχίας θεωρείται πολύτιµο µάθηµα για τη σύγχρονη ιστορία του µάρκετινγκ, καθώς, όπως αποδείχτηκε, η Sony απέτυχε να κατανοήσει την πραγµατική επιθυµία των καταναλωτών. Αυτό που έκανε το βίντεο τόσο επιτυχηµένο ήταν ότι αποτέλεσε µια οικονοµική και καθηµερινή λύση διασκέδασης και έτσι οι κασέτες VHS κυριάρχησαν σε όλο τον κόσµο. Κανείς δεν ενδιαφερόταν να δίνει συστηµατικά περισσότερα χρήµατα σε άδειες βιντεοκασέτες, για να έχει λίγο καλύτερη ποιότητα εικόνας.
Η επανάσταση ξεκίνησε στα '80s
Την ίδια περίπου περίοδο ανθίζει και άλλη µια βιοµηχανία, αυτή των βιντεοπαιχνιδιών, µε τις κονσόλες της Atari και στη συνέχεια της Nintendo και της Sega να βρίσκουν κι αυτές µια θέση γύρω από την τηλεόραση, ισχυροποιώντας το ρόλο της ως βασικό σηµείο αναφοράς µέσα στο σπίτι. Σε σχέση µε το σύµπαν της επαυξηµένης πραγµατικότητας του Pokemon Go, τα παιχνίδια εκείνα µοιάζουν σήµερα όσο πρωτόγονο µοιάζει και το βίντεο µπροστά στη δυνατότητα «στριµαρίσµατος» σε πλατφόρµες τύπου Netflix. Ωστόσο, οι συσκευές, που είτε αναπτύχθηκαν είτε καθιερώθηκαν τη δεκαετία του ’80, αποτέλεσαν τη βάση του σηµερινού τεχνολογικά προηγµένου κόσµου. Από το Walkman της Sony και τα πρώτα CDs µέχρι το λανσάρισµα ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή από την IBM και τη δειλή εµφάνιση ενός κινητού τηλεφώνου από τη Motorola.
Το βίντεο, πάντως, συνέχισε να µεσουρανεί και τη δεκαετία του ’90, στο τέλος της οποίας έκαναν την εµφάνισή τους τα DVDs. Αυτό ήταν το τέλος του βίντεο. Μια αντίστοιχη τεχνολογία, αλλά πολύ καλύτερη, πιο αξιόπιστη, πιο ποιοτική. Μέσα σε τρία χρόνια, το 2003, οι ενοικιάσεις DVDs είχαν ξεπεράσει τις αντίστοιχες των βιντεοκασετών, ενώ το 2006 ήταν η τελευταία φορά που µια χολιγουντιανή παραγωγή (το «Τέλος της βίας» του Κρόνενµπεργκ) κυκλοφορούσε σε VHS. Τα βίντεο σταδιακά έχασαν τη θέση τους από τα σαλόνια µας, αν και για ένα διάστηµα συνυπήρξαν µε τα DVD Players, στριµωγµένα κάτω από την ίδια τηλεόραση, καθώς δεν ήταν λίγοι αυτοί που τα χρόνια της µεγάλης ακµής του βίντεο δηµιούργησαν τεράστιες συλλογές βιντεοκασετών που γέµιζαν ράφια και ντουλάπες. Κάποιοι βρήκαν την υποµονή να µετατρέψουν αυτό το υλικό σε DVD, άλλοι πέταξαν τις παλιές τους κασέτες στα σκουπίδια. Ισως είχαν δίκιο, καθώς τα DVDs αντιµετωπίζουν σήµερα το δικό του κίνδυνο εξαφάνισης. Σύµφωνα µε πρόσφατη έρευνα της εταιρείας PwC, ήδη από το 2016, τα έσοδα από τις πωλήσεις και ενοικιάσεις DVDs αναµένονται να είναι για πρώτη φορά χαµηλότερα από τα αντίστοιχα των διαδικτυακών υπηρεσιών streaming - εν πολλοίς λόγω του Netflix, που πλέον αριθµεί περισσότερα από 80 εκατ. µέλη παγκοσµίως, όσοι περίπου ήταν οι κάτοχοι βίντεο στις ΗΠΑ στα µέσα της δεκαετίας του ’90.
Η ίδια µεταβατική περίοδος παρατηρείται και στην αγορά της µουσικής, όπου ο θρίαµβος των ψηφιακών µέσων (Spotify, iTunes κ.ά.) είναι ακόµα πιο εντυπωσιακός: το 2014 ήταν η πρώτη φορά που τα έσοδα της µουσικής βιοµηχανίας µοιράστηκαν ισοµερώς σε ψηφιακά και φυσικά µέσα - από πέρυσι τα ψηφιακά µέσα πέρασαν µπροστά. Η απρόβλεπτη άνοδος του βινυλίου (από το 2009 ως το 2014 στις ΗΠΑ οι πωλήσεις δίσκων βινυλίου σηµείωσαν άνοδο 260%) εξακολουθεί να αφορά ένα χαµηλό ποσοστό της συνολικής κίνησης της µουσικής (περίπου 6%). Φυσιολογικά, οι συσκευές που αναπαράγουν CDs απειλούνται µε εξαφάνιση: τα φορητά CD Players βρίσκονται ακόµα, κάπως αµήχανα, στην αγορά, χωρίς να έχουν ξεπεράσει το σοκ της επίθεσης των iPods στα µέσα της δεκαετίας του ’00. Τα στερεοφωνικά αναπροσαρµόστηκαν διαθέτοντας πλέον δυνατότητες ασύρµατης σύνδεσης, ενώ τα καινούργια λάπτοπ κατασκευάζονται χωρίς το κλασικό πλαϊνό πορτάκι που υποδεχόταν CD ή DVD.
Ολα καταλήγουν στα smart phones
Ενας άλλος τοµέας που αντιµετωπίζει αντίστοιχα προβλήµατα στην προσαρµογή του σε µια νέα εποχή είναι αυτός της φωτογραφίας. Η µετάβαση από το φιλµ στις ψηφιακές φωτογραφικές µηχανές αφενός προκάλεσε το σχεδόν ακαριαίο θάνατο της βιντεοκάµερας και αφετέρου άνοιξε το δρόµο ώστε τα κινητά τηλέφωνα να βρουν µια θέση στην αγορά ως εν δυνάµει αντικαταστάτες τους - µια αµερικανική έρευνα πριν από λίγα χρόνια έδειξε ότι για το 92% των χρηστών κινητών τηλεφώνων, η κάµερα είναι η συνηθέστερα χρησιµοποιούµενη εφαρµογή. Από το 2010, περίπου, και µετά, όταν τα κινητά τηλέφωνα πέρασαν σε µια νέα προηγµένη γενιά, οι πωλήσεις των φωτογραφικών µηχανών βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση.
Δεν είναι κανένα µεγάλο µυστικό ότι η ψηφιακή εποχή ετοιµάζεται για την ολοκληρωτική κυριαρχία της και ότι όλα καταλήγουν στα smart phones µας. Να πώς έχουν τα πράγµατα: µέσα από ένα πανίσχυρο κινητό τηλέφωνο µπορούµε πλέον να συνδεόµαστε µε άλλες συσκευές (αυτό που ονοµάζεται Internet of things) και να αναπαράγουµε βίντεο σε µια «έξυπνη» τηλεόραση µέσω κάποιας πλατφόρµας streaming ή να ακούµε µουσική µέσω κάποιας αντίστοιχης υπηρεσίας, την ίδια στιγµή που οι δυνατότητες της κάµερας του εν λόγω κινητού δεν υστερούν (για µη επαγγελµατική και µη καλλιτεχνική χρήση) από µια φωτογραφική µηχανή ή µια βιντεοκάµερα.
Τι θέση µπορεί να έχει το αναλογικό βίντεο σε αυτόν τον κόσµο; Καµία. Η ανακοίνωση της Funai το τοποθετεί και τυπικά εκεί που ανήκει, στο παρελθόν αυτής της τεχνολογικής επανάστασης. Αυτό δε σηµαίνει ότι δε µπορούµε να νοσταλγήσουµε λίγο την εποχή του µε τον ίδιο τρόπο που οι Buggles κάποτε νοσταλγούσαν όσα το βίντεο άφηνε πίσω. Αλλωστε, εκ των υστέρων, όλα φαίνονται πιο όµορφα, ακόµα και οι φορές που το βίντεο «µασούσε» την ταινία, ακόµα και οι χιλιογραµµένες ετικέτες που δεν έβγαζαν κανένα νόηµα, ακόµα και εκείνη η βαρετή υποχρέωση να γυρνάµε την κασέτα από την αρχή πριν την επιστρέψουµε στο βίντεο κλαµπ. Νοσταλγούµε το γεγονός ότι µια κασέτα ήταν υπεραρκετός λόγος για να µαζευτεί όλη η οικογένεια στον καναπέ, να σβήσουν τα φώτα στο σαλόνι, να πατήσουµε play. Θα νοσταλγούµε κάποτε και τα mp3; Το YouTube; Το Netflix;
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ.gr
Σύµφωνα µε τα στοιχεία που έδωσε η Founai Electric, την περασµένη σεζόν πούλησε 750.000 βίντεο, ένας αριθµός που ίσως µοιάζει µεγάλος, αλλά είναι σίγουρα µικρός µπροστά στις 15 εκατ. συσκευές που πουλούσε µόνο η συγκεκριµένη εταιρεία όταν το βίντεο ζούσε την ακµή του. Ως πατέντα, το βίντεο εµφανίστηκε τη δεκαετία του ’50 και σταδιακά άρχισε να χρησιµοποιείται σε τηλεοπτικούς σταθµούς, αλλά έπρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια µέχρι η τεχνολογία τους να εξελιχθεί, να γίνουν οικονοµικά προσιτά και να κερδίσουν µια θέση στα σπίτια µας κάτω από τις τηλεοράσεις. Αυτό συνέβη, µαζικά, τη δεκαετία του '80 και επρόκειτο, όπως αποδείχτηκε, για µια επανάσταση. Ο κόσµος µπορούσε πλέον να καταγράφει σε κασέτες τη ροή του τηλεοπτικού προγράµµατος, αποθήκευε ταινίες, εκποµπές ή αθλητικά γεγονότα και τα παρακολουθούσε όποτε επιθυµούσε, απολαµβάνοντας τις πρωτόγνωρες δυνατότητες του pause, του fast forward και του rewind. Την ίδια περίοδο άνοιξαν και τα πρώτα βίντεο κλαµπ, τα οποία καλλιέργησαν µια νέα κουλτούρα. Η επίσκεψη στο κατάστηµα της γειτονιάς καθιερώθηκε ως ένας αγαπηµένος τρόπος διασκέδασης παγκοσµίως και όσοι µεγάλωσαν εκείνα τα χρόνια µπορούν ακόµα να ακούσουν τον ήχο από τις πλαστικές θήκες να χτυπούν µεταξύ τους.
Εν τω µεταξύ, όσο ο κόσµος απολάµβανε αυτό το καινούργιο τεχνολογικό «δώρο», δύο µεγάλες εταιρείες, η Sony και η JVC, εµπλέκονταν σε ό,τι θα έµενε αργότερα γνωστό ως «ο πόλεµος της βιντεοκασέτας». Οι δύο ιαπωνικές εταιρείες πρότειναν δύο διαφορετικά φορµάτ προσπαθώντας να κατακτήσουν την αγορά: η Sony προσέφερε αναµφίβολα υψηλότερη ποιότητα, αλλά η JVC απάντησε µε µεγαλύτερη διάρκεια εγγραφής και χαµηλότερο κόστος. Ηταν µια κόντρα ανάµεσα στη βιντεοκασέτα Betamax (ή απλώς Beta) και τη VHS. Το αποτέλεσµα αυτής της µονοµαχίας θεωρείται πολύτιµο µάθηµα για τη σύγχρονη ιστορία του µάρκετινγκ, καθώς, όπως αποδείχτηκε, η Sony απέτυχε να κατανοήσει την πραγµατική επιθυµία των καταναλωτών. Αυτό που έκανε το βίντεο τόσο επιτυχηµένο ήταν ότι αποτέλεσε µια οικονοµική και καθηµερινή λύση διασκέδασης και έτσι οι κασέτες VHS κυριάρχησαν σε όλο τον κόσµο. Κανείς δεν ενδιαφερόταν να δίνει συστηµατικά περισσότερα χρήµατα σε άδειες βιντεοκασέτες, για να έχει λίγο καλύτερη ποιότητα εικόνας.
Η επανάσταση ξεκίνησε στα '80s
Την ίδια περίπου περίοδο ανθίζει και άλλη µια βιοµηχανία, αυτή των βιντεοπαιχνιδιών, µε τις κονσόλες της Atari και στη συνέχεια της Nintendo και της Sega να βρίσκουν κι αυτές µια θέση γύρω από την τηλεόραση, ισχυροποιώντας το ρόλο της ως βασικό σηµείο αναφοράς µέσα στο σπίτι. Σε σχέση µε το σύµπαν της επαυξηµένης πραγµατικότητας του Pokemon Go, τα παιχνίδια εκείνα µοιάζουν σήµερα όσο πρωτόγονο µοιάζει και το βίντεο µπροστά στη δυνατότητα «στριµαρίσµατος» σε πλατφόρµες τύπου Netflix. Ωστόσο, οι συσκευές, που είτε αναπτύχθηκαν είτε καθιερώθηκαν τη δεκαετία του ’80, αποτέλεσαν τη βάση του σηµερινού τεχνολογικά προηγµένου κόσµου. Από το Walkman της Sony και τα πρώτα CDs µέχρι το λανσάρισµα ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή από την IBM και τη δειλή εµφάνιση ενός κινητού τηλεφώνου από τη Motorola.
Το βίντεο, πάντως, συνέχισε να µεσουρανεί και τη δεκαετία του ’90, στο τέλος της οποίας έκαναν την εµφάνισή τους τα DVDs. Αυτό ήταν το τέλος του βίντεο. Μια αντίστοιχη τεχνολογία, αλλά πολύ καλύτερη, πιο αξιόπιστη, πιο ποιοτική. Μέσα σε τρία χρόνια, το 2003, οι ενοικιάσεις DVDs είχαν ξεπεράσει τις αντίστοιχες των βιντεοκασετών, ενώ το 2006 ήταν η τελευταία φορά που µια χολιγουντιανή παραγωγή (το «Τέλος της βίας» του Κρόνενµπεργκ) κυκλοφορούσε σε VHS. Τα βίντεο σταδιακά έχασαν τη θέση τους από τα σαλόνια µας, αν και για ένα διάστηµα συνυπήρξαν µε τα DVD Players, στριµωγµένα κάτω από την ίδια τηλεόραση, καθώς δεν ήταν λίγοι αυτοί που τα χρόνια της µεγάλης ακµής του βίντεο δηµιούργησαν τεράστιες συλλογές βιντεοκασετών που γέµιζαν ράφια και ντουλάπες. Κάποιοι βρήκαν την υποµονή να µετατρέψουν αυτό το υλικό σε DVD, άλλοι πέταξαν τις παλιές τους κασέτες στα σκουπίδια. Ισως είχαν δίκιο, καθώς τα DVDs αντιµετωπίζουν σήµερα το δικό του κίνδυνο εξαφάνισης. Σύµφωνα µε πρόσφατη έρευνα της εταιρείας PwC, ήδη από το 2016, τα έσοδα από τις πωλήσεις και ενοικιάσεις DVDs αναµένονται να είναι για πρώτη φορά χαµηλότερα από τα αντίστοιχα των διαδικτυακών υπηρεσιών streaming - εν πολλοίς λόγω του Netflix, που πλέον αριθµεί περισσότερα από 80 εκατ. µέλη παγκοσµίως, όσοι περίπου ήταν οι κάτοχοι βίντεο στις ΗΠΑ στα µέσα της δεκαετίας του ’90.
Η ίδια µεταβατική περίοδος παρατηρείται και στην αγορά της µουσικής, όπου ο θρίαµβος των ψηφιακών µέσων (Spotify, iTunes κ.ά.) είναι ακόµα πιο εντυπωσιακός: το 2014 ήταν η πρώτη φορά που τα έσοδα της µουσικής βιοµηχανίας µοιράστηκαν ισοµερώς σε ψηφιακά και φυσικά µέσα - από πέρυσι τα ψηφιακά µέσα πέρασαν µπροστά. Η απρόβλεπτη άνοδος του βινυλίου (από το 2009 ως το 2014 στις ΗΠΑ οι πωλήσεις δίσκων βινυλίου σηµείωσαν άνοδο 260%) εξακολουθεί να αφορά ένα χαµηλό ποσοστό της συνολικής κίνησης της µουσικής (περίπου 6%). Φυσιολογικά, οι συσκευές που αναπαράγουν CDs απειλούνται µε εξαφάνιση: τα φορητά CD Players βρίσκονται ακόµα, κάπως αµήχανα, στην αγορά, χωρίς να έχουν ξεπεράσει το σοκ της επίθεσης των iPods στα µέσα της δεκαετίας του ’00. Τα στερεοφωνικά αναπροσαρµόστηκαν διαθέτοντας πλέον δυνατότητες ασύρµατης σύνδεσης, ενώ τα καινούργια λάπτοπ κατασκευάζονται χωρίς το κλασικό πλαϊνό πορτάκι που υποδεχόταν CD ή DVD.
Ολα καταλήγουν στα smart phones
Ενας άλλος τοµέας που αντιµετωπίζει αντίστοιχα προβλήµατα στην προσαρµογή του σε µια νέα εποχή είναι αυτός της φωτογραφίας. Η µετάβαση από το φιλµ στις ψηφιακές φωτογραφικές µηχανές αφενός προκάλεσε το σχεδόν ακαριαίο θάνατο της βιντεοκάµερας και αφετέρου άνοιξε το δρόµο ώστε τα κινητά τηλέφωνα να βρουν µια θέση στην αγορά ως εν δυνάµει αντικαταστάτες τους - µια αµερικανική έρευνα πριν από λίγα χρόνια έδειξε ότι για το 92% των χρηστών κινητών τηλεφώνων, η κάµερα είναι η συνηθέστερα χρησιµοποιούµενη εφαρµογή. Από το 2010, περίπου, και µετά, όταν τα κινητά τηλέφωνα πέρασαν σε µια νέα προηγµένη γενιά, οι πωλήσεις των φωτογραφικών µηχανών βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση.
Δεν είναι κανένα µεγάλο µυστικό ότι η ψηφιακή εποχή ετοιµάζεται για την ολοκληρωτική κυριαρχία της και ότι όλα καταλήγουν στα smart phones µας. Να πώς έχουν τα πράγµατα: µέσα από ένα πανίσχυρο κινητό τηλέφωνο µπορούµε πλέον να συνδεόµαστε µε άλλες συσκευές (αυτό που ονοµάζεται Internet of things) και να αναπαράγουµε βίντεο σε µια «έξυπνη» τηλεόραση µέσω κάποιας πλατφόρµας streaming ή να ακούµε µουσική µέσω κάποιας αντίστοιχης υπηρεσίας, την ίδια στιγµή που οι δυνατότητες της κάµερας του εν λόγω κινητού δεν υστερούν (για µη επαγγελµατική και µη καλλιτεχνική χρήση) από µια φωτογραφική µηχανή ή µια βιντεοκάµερα.
Τι θέση µπορεί να έχει το αναλογικό βίντεο σε αυτόν τον κόσµο; Καµία. Η ανακοίνωση της Funai το τοποθετεί και τυπικά εκεί που ανήκει, στο παρελθόν αυτής της τεχνολογικής επανάστασης. Αυτό δε σηµαίνει ότι δε µπορούµε να νοσταλγήσουµε λίγο την εποχή του µε τον ίδιο τρόπο που οι Buggles κάποτε νοσταλγούσαν όσα το βίντεο άφηνε πίσω. Αλλωστε, εκ των υστέρων, όλα φαίνονται πιο όµορφα, ακόµα και οι φορές που το βίντεο «µασούσε» την ταινία, ακόµα και οι χιλιογραµµένες ετικέτες που δεν έβγαζαν κανένα νόηµα, ακόµα και εκείνη η βαρετή υποχρέωση να γυρνάµε την κασέτα από την αρχή πριν την επιστρέψουµε στο βίντεο κλαµπ. Νοσταλγούµε το γεγονός ότι µια κασέτα ήταν υπεραρκετός λόγος για να µαζευτεί όλη η οικογένεια στον καναπέ, να σβήσουν τα φώτα στο σαλόνι, να πατήσουµε play. Θα νοσταλγούµε κάποτε και τα mp3; Το YouTube; Το Netflix;
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου