Υψηλό παραμένει το κόστος ζωής στην Ελλάδα, παρά τη μείωση των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών που αποτυπώνεται στα στοιχεία του πληθωρισμού. Κι αυτό, διότι η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων καταναλωτών έχει υποχωρήσει πολύ περισσότερο από τις τιμές, πυροδοτώντας το φαινόμενο του λεγόμενου «πληθωρισμού των φτωχών».
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το 2013, η οποία βασίζεται σε τιμοληψίες που έγιναν σε πάνω από 2.400 καταναλωτικά προϊόντα και υπηρεσίες σε όλη την Ευρώπη, η Ελλάδα είναι η 14η ακριβότερη χώρα μεταξύ των «28», με το επίπεδο τιμών να βρίσκεται στο 89% του μέσου κοινοτικού όρου. Την ίδια ώρα, ωστόσο, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης βρίσκεται στο 75% του μέσου κοινοτικού όρου, κατατάσσοντας την Ελλάδα 21η μεταξύ των «28» σε ό,τι αφορά την αγοραστική δύναμη, πάνω μόνο από πρώην ανατολικές χώρες.
Η αίσθηση της ακρίβειας είναι ακόμη πιο έντονη στην Ελλάδα και από το γεγονός ότι το επίπεδο τιμών στα τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά εμφανίζεται πάνω από τον μέσο κοινοτικό όρο (102%), ενώ κάτι αντίστοιχο ισχύει και για τις τιμές των ηλεκτρονικών συσκευών που βρίσκονται στο 103% του μέσου όρου των «28». Με βάση τα παραπάνω η Ελλάδα είναι η 12η ακριβότερη χώρα στα τρόφιμα και 7η ακριβότερη στις ηλεκτρονικές συσκευές. Κάτω από τον μέσο κοινοτικό όρο διαμορφώθηκαν οι τιμές στα αλκοολούχα και καπνό (στο 92% του μέσου όρου), στα είδη ένδυσης (στο 94% του μέσου όρου), ενώ οι τιμές ξενοδοχείων και εστίασης βρίσκονται στο 88% του μέσου όρου. Τα στοιχεία για τις τιμές και την αγοραστική δύναμη αποκαλύπτουν βεβαίως την ύπαρξη μιας Ευρώπης πολλών ταχυτήτων. Ακριβότερη χώρα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, είναι η Δανία, όπου το επίπεδο τιμών των καταναλωτικών ειδών διαμορφώθηκε στο 140% του μέσου κοινοτικού όρου, και φθηνότερη η Βουλγαρία, με το επίπεδο τιμών να βρίσκεται στο 48% του μέσου όρου. Η χώρα με την υψηλότερη αγοραστική δύναμη είναι το Λουξεμβούργο με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης να είναι στο 264% του μέσου κοινοτικού όρου και η χώρα με τη χαμηλότερη αγοραστική δύναμη είναι η Βουλγαρία (47% του μέσου όρου).
Στην κατηγορία των τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών το επίπεδο τιμών κυμαίνεται από 62% του μέσου όρου στην Πολωνία έως 140% του μέσου όρου στη Δανία. Ακριβότερη στα αλκοολούχα ποτά και τα καπνικά προϊόντα είναι η Ιρλανδία (178% του μέσου όρου) και φθηνότερη η Βουλγαρία (59% του μέσου όρου). Το υψηλό εύρος τιμών σε αυτήν την κατηγορία οφείλεται κυρίως στη διαφορετική φορολόγηση των προϊόντων στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. Από την άλλη, οι μικρότερες αποκλίσεις παρατηρούνται στις τιμές των ρούχων με τις χαμηλότερες να παρατηρούνται στην Ουγγαρία (75% του μέσου όρου) και τις υψηλότερες στη Σουηδία (130% του μέσου όρου). Μικρές είναι οι αποκλίσεις στις ηλεκτρονικές συσκευές , ενώ μεγάλη είναι, αντιθέτως, η διαφοροποίηση στις τιμές ξενοδοχείων και εστιατορίων.
ΔΗΜΗΤΡΑ ΜΑΝΙΦΑΒΑ
Έντυπη Έκδοση
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το 2013, η οποία βασίζεται σε τιμοληψίες που έγιναν σε πάνω από 2.400 καταναλωτικά προϊόντα και υπηρεσίες σε όλη την Ευρώπη, η Ελλάδα είναι η 14η ακριβότερη χώρα μεταξύ των «28», με το επίπεδο τιμών να βρίσκεται στο 89% του μέσου κοινοτικού όρου. Την ίδια ώρα, ωστόσο, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης βρίσκεται στο 75% του μέσου κοινοτικού όρου, κατατάσσοντας την Ελλάδα 21η μεταξύ των «28» σε ό,τι αφορά την αγοραστική δύναμη, πάνω μόνο από πρώην ανατολικές χώρες.
Η αίσθηση της ακρίβειας είναι ακόμη πιο έντονη στην Ελλάδα και από το γεγονός ότι το επίπεδο τιμών στα τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά εμφανίζεται πάνω από τον μέσο κοινοτικό όρο (102%), ενώ κάτι αντίστοιχο ισχύει και για τις τιμές των ηλεκτρονικών συσκευών που βρίσκονται στο 103% του μέσου όρου των «28». Με βάση τα παραπάνω η Ελλάδα είναι η 12η ακριβότερη χώρα στα τρόφιμα και 7η ακριβότερη στις ηλεκτρονικές συσκευές. Κάτω από τον μέσο κοινοτικό όρο διαμορφώθηκαν οι τιμές στα αλκοολούχα και καπνό (στο 92% του μέσου όρου), στα είδη ένδυσης (στο 94% του μέσου όρου), ενώ οι τιμές ξενοδοχείων και εστίασης βρίσκονται στο 88% του μέσου όρου. Τα στοιχεία για τις τιμές και την αγοραστική δύναμη αποκαλύπτουν βεβαίως την ύπαρξη μιας Ευρώπης πολλών ταχυτήτων. Ακριβότερη χώρα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, είναι η Δανία, όπου το επίπεδο τιμών των καταναλωτικών ειδών διαμορφώθηκε στο 140% του μέσου κοινοτικού όρου, και φθηνότερη η Βουλγαρία, με το επίπεδο τιμών να βρίσκεται στο 48% του μέσου όρου. Η χώρα με την υψηλότερη αγοραστική δύναμη είναι το Λουξεμβούργο με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης να είναι στο 264% του μέσου κοινοτικού όρου και η χώρα με τη χαμηλότερη αγοραστική δύναμη είναι η Βουλγαρία (47% του μέσου όρου).
Στην κατηγορία των τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών το επίπεδο τιμών κυμαίνεται από 62% του μέσου όρου στην Πολωνία έως 140% του μέσου όρου στη Δανία. Ακριβότερη στα αλκοολούχα ποτά και τα καπνικά προϊόντα είναι η Ιρλανδία (178% του μέσου όρου) και φθηνότερη η Βουλγαρία (59% του μέσου όρου). Το υψηλό εύρος τιμών σε αυτήν την κατηγορία οφείλεται κυρίως στη διαφορετική φορολόγηση των προϊόντων στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. Από την άλλη, οι μικρότερες αποκλίσεις παρατηρούνται στις τιμές των ρούχων με τις χαμηλότερες να παρατηρούνται στην Ουγγαρία (75% του μέσου όρου) και τις υψηλότερες στη Σουηδία (130% του μέσου όρου). Μικρές είναι οι αποκλίσεις στις ηλεκτρονικές συσκευές , ενώ μεγάλη είναι, αντιθέτως, η διαφοροποίηση στις τιμές ξενοδοχείων και εστιατορίων.
ΔΗΜΗΤΡΑ ΜΑΝΙΦΑΒΑ
Έντυπη Έκδοση
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου